21 Φεβ 2016

Κουζούλι. Ένα μικρό χωριό της Ηλείας. Μιά μικρή ιστορία

Kουζούλι Ηλείας

Συνοικισμός, Δημ. Διαμέρισμα Αμπελώνα.
 Δήμος Πύργου Ηλείας. Τ.Κ. 27100
Κάτοικοι 110 περίπου. Υψόμετρο από την θάλασσα 50 περίπου μέτρα και απόσταση περίπου 14 χλμ.
Το πρώτο λεωφορείο που έκανε την γραμμή Πύργου, Κουζούλι, Βροχίτσας
Απόσταση από Πύργο 6 χλμ. Από Αρχαία Ολυμπία 25, από Κατάκωλο 15 χλμ.

Το χωριό είναι κτισμένο στην συμβολή τριών πολύ μικρών παραπόταμων του Ιάρδανου, του Λαγκαδιού της Κυράς (Βόλα), του Ρετενταίου και του χειμάρρου της Βροχίτσας.
Το δε έδαφος είναι γαιώδες πεδινό με μικρούς ανάγλυφους λόφους. Περιοχή με πολλές σχετικά βροχές, πολύ υγρασία, και πυκνή βλάστηση.  Με συχνούς παγετούς τον Χειμώνα και θερμά κυρίως κατά την ημέρα καλοκαίρια.
Από τα λίγα χωριά με Βόρειο προσανατολισμό, και βρίσκεται στην ευρύτερη περιοχή της Γούβας ή όπως αναφέρετε στα Κλασικά χρόνια,( ως Κοίλη Ήλιδα
Με την απελευθέρωση της Ελλάδος από τούς Οθωμανούς το Κουζούλι στην πρώτη διοικητική
διαίρεση υπάγεται στον Δήμο Λετρίνων.
Επειδή δέ η όλη περιοχή έχει ερημοποιηθεί από την επιδρομή του Ιμπραήμ, καί έχει πολύ μικρό πληθυσμό σχετικά με την έκταση, δημιουργήθηκε μόνον ένας νομός ο νομός της Αχαιοήλιδος
Τό 1912 ως συνοικισμός μαζί με το Ρώμεσι δημιουργούν την κοινότητα Ρωμεσίου.
Το 1930 πλέον ανήκει στον νομό Ηλείας.
Το 1940 μετονομάζεται σε Κουζούλιον.
Το 1959 η κοινότητα Ρωμεσίου μετονομάζεται σε Αμπελώνα.
Το 1997 καταργείται η κοινότητα και υπάγεται και πάλι στον Δήμο Λετρίνων που με την σειρά του μετονομάζεται σε Δήμο Πύργου.

Δημογραφία.
Η πλειονότητα των κατοίκων του χωριού αποτελείται από οικογένειες που μετεγκαταστάθηκαν εδώ κυρίως μετά το 1850, όταν η Ηλεία γνώρισε τεράστια ανάπτυξη, λόγω της καλλιέργειας και εμπορίας της σταφίδας.
Προέρχονται κυρίως από την περιοχή της γειτονικής Αρκαδίας που αρχικά μετακινούνταν εδώ συχνά με τα κοπάδια τους, ως παραχειμάζοντες, αλλά και από περιοχές της Αχαΐας και των Καλαβρύτων, επίσης από τα μέρη της Τριφυλίας της Μεσσηνίας, της Μάνης και της Ζακύνθου.
 Με σημαντικότερη την πιό πρόσφατη και μαζική, που έγινε από το Ρεκούνι (σήμερα Λευκοχώρι) της Αρκαδίας.  Στό πρώτο μισό κυρίως, του περασμένου αιώνα, όταν η απόλυτη φτώχεια επικρατούσε στην Ελληνική ύπαιθρο, ανάγκασε τότε πολλούς νέους και νέες, να μεταναστεύσουν εκτός Ελλάδος, στην Αμερική, την Αυστραλία και την Γερμανία. Μερικοί από αυτούς επέστρεψαν, κι άλλοι εγκαταστάθηκαν οριστικά εκεί, όπως της οικογένειας Κακούρη, Λογκοβίτη και Μόσχοβα.
Από τις οικογένειες που αναφέρονται στο χωριό, ως οι πιο παλιές είναι αυτές με το επώνυμο Λιακόπουλος, Κακούρης, Κατσάμπουλας, Μόσχοβος, Αναγνωστόπουλος, Καλαντζής, Τριαντάφυλλος, Μασούρας, μερικές δεν υπάρχουν πια.
Η κύρια ασχολία των κατοίκων είναι η γεωργία ως κύριο επάγγελμα ή σαν δευτερεύον. Επίσης πολλοί δραστηριοποιούνται σε επαγγέλματα της οικοδομής και ως δημόσιοι υπάλληλοι.

Περί της ονομασίας του χωριού
Το χωριό γνώρισε τεράστια ανάπτυξη τον περασμένο αιώνα.
Εδώ υπήρχε ο μοναδικός νερόμυλος της περιοχής του Πύργου και της Γούβας. Τροφοδοτούμενος με νερό από δύο αυλάκια (μυλαύλακα).
Έργο τεράστιο σε μέγεθος, ίσως κατασκευασμένος από τούς Ενετούς ή τους Οθωμανούς, που λειτούργησε ως το 1946 με τελευταίο μυλωνά τον Κατσάμπουλα. Αυτός ο μύλος ήταν η αιτία που το Κουζούλι έγινε ένα από τα πιό πολυσύχναστα σταυροδρόμια της Ηλείας.
 Κατά την Τουρκοκρατία, μυλωνάς ήταν Τούρκος ο οποίος πολύ πιθανόν εκτός από τα αλεστικά παρακρατούσε και τον ανάλογο φόρο, που ήταν υποχρεωμένοι οι χριστιανοί να πληρώνουν.
 Πολύ συχνά δε φαντάζομαι ο μύλος πάθαινε βλάβες ή ο μυλωνάς παρακρατούσε περισσότερο δικαίωμα, με αποτέλεσμα να δικαιολογείται στους πελάτες του πως ο μύλος είναι kuzurle (κουζούρλι) δηλαδή ελαττωματικός (στην κρητική διάλεκτο επικράτησε το κουζουλός). (Τούρκικα kusur = ελάττωμα, μειονέκτημα, κουσούρι). Αρχικά Κουζούλι ονομαζόταν ο μύλος και ο πολύ μικρότερος οικισμός δίπλα σε αυτόν.
 Οι κάτοικοι των γύρω περιοχών έδωσαν αργότερα το όνομα  αυτό  και στον παρακείμενο οικισμός, που βρισκόταν κοντά στη βρύση και προηγουμένως ονομαζόταν Μηλιές.

Η Ιστορία του τόπου κατά την αρχαιότητα
Αρχικά δυτικά του χωριού βρισκόταν λίμνη. Στην θέση που σήμερα βρίσκεται το εργοστάσιο των αδρανών υλικών ήτο περίπου το κέντρο της.  Πιθανόν η Αέναος λίμνη, φυσική ή τεχνική λίμνη του Ηρακλέους (Μύθος του Ηρακλή και οι στάβλοι του Αυγεία).

Πλησίον του ελαιοτριβείου Σταυρόπουλου υπάρχουν ίχνη αρχαίου φράγματος, στην δε περιοχή της Φρασινιάς ίχνη ορύγματος.
Στο δε Βούναργον πιθανόν βρίσκονταν κάποιοι από τους στάβλους του Αυγεία. Βούναργον = βους (βόδι) + αγρός. Τα δε Λέτρινα βρίσκονταν στον Άγιο Γεώργιο ή Τζόγια.
Στο σημείο που είναι σήμερα το παλιό Δημοτικό σχολείο ευρίσκετο ναός πιθανόν ο ναός της θεάς Δήμητρας Χαμύνης.
Στον λόφο με το τοπωνύμιο Κάστελος πιθανόν βρίσκετο ακρόπολις ή άλλο μικρό οχυρό κατασκευασμένο αργότερα. Αυτά σύμφωνα με τις περιγραφές αρχαίων περιηγητών και με επιτόπια έρευνα, χωρίς να είναι απόλυτα τεκμηριωμένα.
Στην αρχαιότητα δεν υπήρχαν πεύκα καθόλου στην Πελοπόννησο, η περιοχή καλυπτόταν με πυκνά δάση βελανιδιάς κάτι που βλέπουμε μόνο σήμερα στο δάσος της Κάπελης.
 Στην κοιλάδα του “Λαγκαδιού της κυράς” που σήμερα πολλοί αποκαλούν και “Βόλα” η πυκνή βλάστηση με τις αιωνόβιες βελανιδιές, την έκαναν ένα ξεχωριστό μικρό επίγειο παράδεισο.
Εδώ κατέφυγε ο Ηρακλής σύμφωνα με την μυθολογία όταν διαφώνησε στην πληρωμή και κυνηγήθηκε από τον στρατό του Αυγεία.
Εδώ επίσης έρχονταν οι νέες Ηλείες θαυμάστριες του, για να αποκτήσουν παιδιά μαζί του.          Αργότερα εδώ επίσης κτίστηκαν πολλά ιερά αφιερωμένα στόν Έρωτα,την θεά Αφροδίτη (Αφροδίσια), καθώς επίσης εδώ πρωτολατρεύτηκε ο θεός Διόνυσος με άσεμνους ερωτικούς χορούς, όπως αναφέρουν οι αρχαίοι συγγραφείς.
 Ώς επίσης και ο θεός του θανάτου ο Άδης που λεγόταν και Άιδης. Οι δε αρχαίοι Έλληνες είχαν συνδέσει τον έρωτα με τον θάνατο και τον θεό Άιδη με το αιδοίων (γυναικείο όργανο).
Στην θέση Κιούπια και βαθύτερα στην Ιερή αυτή κοιλάδα  υπήρχε σπουδαία πόλη.
Το ονομά της “FΗδονή” και  για πάρα πολλά χρόνια έρχονταν εδώ τα άτεκνα ζευγάρια για να κάνουν έρωτα,να πιούν νερό από τις πηγές του “Λαγκαδιού της Κυράς” και κυρίως την μεγαλύτερη πηγή την “Νερομάνα” και να αποκτήσουν παιδιά.
Η πηγή της Νερομάνας (νερό+μάνα) πιθανόν εκείνη την εποχή τροφοδοτούσε με καθαρό νερό, μέ κάποιο τεχνικό έργο και την πόλη της FHδονής. Ενώ ακόμη και σήμερα χρησιμοποιείται για την ύδρευση της πόλης του Πύργου.
Η πόλη της FΗδονής βρίσκετο επίσης πάνω στο άξονα της πεδινής Ιεράς Ολυμπίας οδού και οι ιέρειες των Αφροδισίων πρόσφεραν στιγμές ξεκούρασης και χαλάρωσης στους επισκέπτες προσκυνητές των Ολυμπίων.
Οι δε έμποροι πουλούσαν τα βόδια και τα άλλα ζώα για τις θυσίες, επίσης κρασί και άλλα τρόφιμα για να συνεχίσουν το ταξίδι τους. ( F=δίγαμμα, καταργημένο ελληνικό γράμμα)
Όταν η Ολυμπία παρήκμασε και ο ισχυρός σεισμός  γκρέμισε τα ιερά της. Πιθανόν τότε την ίδια εποχή σεισμοί μετατόπισαν το έδαφος και έκαναν τις πηγές που τροφοδοτούσαν το παλιό αυτό χωριό με καθαρό νερό,να στερέψουν, τότε χωριό αυτό εγκαταλείφθηκε.
Από τα Βυζαντινά και Μεσαιωνικά χρόνια δεν έχουμε αναφορές ή δείγματα ότι το χωριό κατοικείτο.
Τυχόν δε ερείπια αυτών των εποχών, εξαφανίσθηκαν από τις επόμενες γενιές, καθώς στην περιοχή μας οι δυσεύρετες πέτρες, αποτελούσαν πάντοτε ανεκτίμητο οικοδομικό θησαυρό στους ιδιοκτήτες των αγρών όπου τις συναντούσαν με τις αξίνες τους.
Κατά τις εναλλαγές των κατακτητών από Βενετούς σε Τούρκους και το αντίθετο γύρω στα 1600-1800 γνωρίζουμε ότι πολλοί κάτοικοι της Δυτικής Πελοποννήσου αναγκάστηκαν να μεταναστεύσουν.
Στις νέες τους εστίες γράφονταν με το επώνυμο του χωριού καταγωγής τους.Έτσι έμεινε το επώνυμο Κουζούλης ως τις μέρες μας, από κατοίκους του χωριού μας, σε τελείως διαφορετικά μέρη της Ελλάδος και της Κύπρου.

Η ιστορία του χωριού στα νεώτερα χρόνια.
Όπως είπαμε και παραπάνω ο νερόμυλος του Κατσάμπουλα, ήταν σημείο αναφοράς όλης της πεδινής Ηλείας.
Έργο ίσως κάποιου Ενετού φεουδάρχη ή Τούρκου τσιφλικά.
Ήταν ή καρδιά της τοπικής οικονομίας, κυρίως πριν την επικράτηση της σταφίδας, στις καλλιέργειες. Επίσης ο κυρίαρχος πόλος έλξης, νέων κατοίκων στην περιοχή.
Στο άλλο άκρο του χωριού, στην θέση Καμίνια προς το Ρώμεσι υπήρχε μικρό κεραμοποιείο τουβουλοποιείο, το οποίο σταμάτησε να λειτουργεί στις αρχές του 1900.
 Σημαντική επίσης εποχιακή επιχείρηση, ήταν η ποτοποιεία της οικογένειας Κακούρη, που απασχολούσε ως τον πόλεμο πολλούς ξένους εργάτες, κυρίως Ζακυνθινούς. Σταμάτησε να λειτουργεί τότε που εφαρμόστηκε ο νόμος της ποτοαπαγόρευσης.
Στην περίοδο της Γερμανικής κατοχής το χωριό πλήρωσε βαρύ φόρο αίματος με την σφαγή 8 αθώων αμάχων μέσα στο ίδιο σπίτι, στις 4 Ιουλίου 1944, των συζύγων του Λαμπρόπουλου και του Κωνσταντόπουλου των βρεφών και των ανήλικων παιδιών τους.

 Στο λόφο που δεσπόζει ακριβώς πάνω από το χωριό, βρίσκεται ο ενοριακός - κοιμητηριακός ναός του προφήτη Ηλία. Βασιλική, κεραμοσκεπής
 Ναός σχετικός καινούργιος χτίστηκε την δεκαετία του 1980, στη θέση άλλου παλαιότερου πέτρινου ναού,ίσων περίπου διαστάσεων που ευρίσκετο στον ίδιο χώρο.
Τα πρώτα σπίτια του σημερινού χωριού κτίστηκαν ακριβώς κάτω από τον λόφο του προφήτη Ηλία, στην Βορινή του μεριά,από όπου μπορείς να δεις σχεδόν όλα τα άλλα χωριά της Γούβας.
Εδώ υπήρχαν αρκετές πηγές και πηγάδια, με καθαρό πόσιμο νερό. Απαραίτητο στοιχείο, για την ίδρυση μιας μικρής κοινότητας ανθρώπων, ενός χωριού.
Στην κορυφή του χωριού προς το Λαγκάδι της Κυράς βρίσκεται η κύρια βρύση του χωριού, όπου επί Τουρκοκρατίας γύρω στα 1775 χτίστηκε πέτρινη καμάρα με πέτρινη γούρνα.
Στις δυό δε πλευρές της φυτεύτηκαν δύο πλατάνια για να προσφέρουν τον ίσκιο τους στους διψασμένους περαστικούς και την δροσιά τους στις νοικοκυράδες του χωριού που καθημερινά ιδροκοπούσαν εδώ για να κάνουν εδώ την μπουγάδα του σπιτιού τους, ή με τούς κόπανους καταχτυπούσαν τα καλοκαίρια τις κουρελούδες, τις κουβέρτες και τα άλλα βαριά ρούχα όταν τα καθάριζαν για να είναι έτοιμα τον επόμενο χειμώνα.
Δίπλα στον μεγάλο πλάτανο υπήρχε σχεδόν μόνιμα πυροστιά με μεγάλο καζάνι και αλισίβα όπου ζέσταιναν το νερό της μπουγάδας.
 Σήμερα ο ένας πλάτανος είναι τόσο μεγάλος, ίσως ένα από τα μεγαλύτερα δέντρα σε όλη την περιοχή, ειδικά μετά και από την τεράστια δασική πυρκαγιά του 2007, ζωντανό μνημείο της φύσης. Στην κορυφή του βρίσκουν καταφύγιο και χτίζουν κάθε χρόνο τη φωλιά τους ζευγάρι πελαργών.
Η βρύση αυτή ανακαινίστηκε με πρωτοβουλία του πολιτιστικού συλλόγου του χωριού και με δαπάνες και προσωπική εργασία των χωριανών.
Στο σύνολό τους γενικά, οι κάτοικοι είναι φιλήσυχοι, εργατικοί, καλοί οικογενειάρχες, χωρίς ακραίες συμπεριφορές. Πάντα αλληλέγγυοι και συμπαραστάτες στην λύπη ή την χαρά των συγχωριανών τους.
Από όλους, δεν πρέπει να παραλείψω να αναφερθώ αποκλειστικά σε έναν, ή μάλλον σε μία και αυτή ήταν η Διαμάντω σύζυγος Θ. Μόσχοβα.
 Η κυρία Διαμάντω που έζησε τον περασμένο αιώνα στο χωριό μας, ήταν η πρακτική γιατρός και η μαμή του χωριού. Δεν υπήρχε οικογένεια,που να μην την είχε βοηθήσει, ή της είχε συμπαρασταθεί, πάντα ανιδιοτελώς.
 Ότι δουλειά και να έκανε, γιατί και αυτή είχε μεγάλη οικογένεια, πάντα την παρατούσε. Χωρίς βαρυγκώμια σχεδόν πάντα αυτή ήταν δίπλα, στον άρρωστο ή τον παθόντα σε περίπτωση ατυχήματος, ή σε κάθε έγκυο γυναίκα που κοιλοπονούσε.
Το σπίτι της ήταν πάντα ανοιχτό για όλους χωρίς καμία εξαίρεση. Εκεί επίσης είχε εγκατασταθεί για πολλές δεκαετίες το μοναδικό κοινοτικό τηλέφωνο του χωριού. Το 1990 έπαψε να λειτουργεί όταν ο ΟΤΕ έδωσε την δυνατότητα σε κάθε σπίτι να έχει τηλεφωνική σύνδεση. Αυτή και ο σύζυγος της ο Θοδωρής έκαναν επίσης, χωρίς κανένα οικονομικό όφελος και χρέη τηλεγραφητή και τηλεφωνητή.

Τα τελευταία χρόνια τα περισσότερα παλιά πέτρινα και πλίθινα χωμάτινα σπίτια γκρεμίστηκαν και στην θέση τους χτίστηκαν σύγχρονα τσιμεντένια.  Πολλά δε από τα νέα σπίτια χτίστηκαν εκατέρωθεν του ασφάλτινου δρόμου που συνδέει τον Πύργο με τα χωριά της Πηνείας και διασχίζει το χωριό.
Πολλά δε από αυτά τα σπίτια δεν αποτελούν μόνιμες κατοικίες αλλά σπίτια Καλοκαιρινά ή διακοπών,ανθρώπων που γεννήθηκαν στο χωριό, αλλά το εγκατέλειψαν για να βρουν μια καλύτερη τύχη στην Αθήνα. Στον κεντρικό δρόμο χτίστηκε με δαπάνες και προσωπική εργασία των κατοίκων Δημοτικό σχολείο.
 Με πρωτοβουλία και ενέργειες κυρίως της πρεσβυτέρας Αικατερίνης Μόσχοβα συζύγου του Παπαχρήστου Μόσχοβα. Και με δικές της ενέργειες πρός την βασίλισσα της Ελλάδας Φρειδερίκη, το σχολείο στελεχώθηκε με δάσκαλο περίπου το 1960. Το σχολείο λειτούργησε ως τα μέσα της δεκαετίας του 1980. Ήταν μονοθέσιο και τα περισσότερα παιδιά που είχε στα μέσα της δεκαετίας του 1960 ήταν 35 μαθητές περίπου.

Οικονομικές δραστηριότητες στο χωριό.

Στο  χωριό σήμερα δεν υπάρχει εν λειτουργία κανένα καφενείο ή παντοπωλείο.
Από τα πρώτα μαγαζιά, που γνωρίζουμε πώς λειτουργούσε μέχρι τον  Β' πόλεμο ήταν η ταβέρνα της οικογένειας Αντωνόπουλου η οποία βρισκόταν ακριβώς δίπλα στον νερόμυλο και εξυπηρετούσε κυρίως τους πελάτες του μύλου καθώς επίσης είχε πολλούς πελάτες από τα χωριά της Πηνείας και των άλλων χωριών, όταν πέρναγαν από την πόρτα του με τα αλογά τους ή πεζοί για να πάνε στον Πύργο για τα ψώνια τους ή για τις άλλες δουλειές τους. Συνήθως τα ζώα τους ήταν φορτωμένα με ξύλα ή άλλα γεννήματα  πού τα πήγαιναν για πούλημα.
Εκείνη την εποχή επίσης πολλοί μικροπωλητές γυρολόγοι βρίσκονταν στις στράτες με τα αλογά τους πουλώντας κυρίως ψιλικά, είδη για το σπίτι και παπούτσια, εσώρουχα και ρούχα.
Μετά τον πόλεμο γνωρίζουμε ότι λειτουργούσαν τρία καφε-παντοπωλεία. Το πιό παλιό πρέπει να ήταν του Μιρμάρη όπως τον παρομοίαζαν(Δημ. Κακούρη). Όπου η κυρία Γιαννούλα πάντα καλή νοικοκυρά, είχε σχεδόν τα πάντα στο μαγαζάκι της. Ήταν το πιό οργανωμένο σε ποικιλία.
Σε μία πλίθινη χαμοκέλα στεγαζόταν τα πρώτα χρόνια, το πιο δημοφιλές καφενείο του χωριού της οικογένειας Κλαυδιανού. Η κυρία Καλιόπη πάντα πρόσχαρη ετοίμαζε τους καφέδες και τα ούζα κάθε εσπερινή. Αργότερα στο τέλος της δεκαετίας του 1970 μεταφέρθηκε σε νέο κτήριο και το 1990 περίπου έκλεισε οριστικά
Στην εξώπορτα του έκανε πιάτσα μια φορά κάθε 15 μέρες ο Μπάρμπα-Γιώργης ο μπαλωματής, αφού προηγουμένως είχε περιδιαβεί όλο το χωριό και με την χαρακτηριστική του οξιά φωνή, φώναζε από τα χαράματα,  “Μπαλωματής, παπούτσια μπαλώωωνω. Ότι κέρδιζε,  συνήθως το άφηνε στο ίδιο καφενείο, γιατί ζούσε μόνος και του άρεσε το κρασί. .
Τέλος αυτό που έκλεισε και τελευταίο ήταν του Μαμά (Μικελόπουλου), που ευρίσκετο στην διασταύρωση της Βροχίτσας. Η κυρία Κούλα πάντα εύχαρη και χαμογελαστή σέρβιρε τους καλύτερους μεζέδες, έκανε τις πιο νόστιμες τηγανητές πατάτες. Κάθε Κυριακή κυρίως σύσσωμο το εκκλησίασμα μετά το πέρας της λειτουργίας  έρχονταν εδώ για να απολαύσουν το ούζο τους και να συζητήσουν  τα νέα του χωριού.
Τα βράδια εδώ σύχναζαν  οι χαρτόφιλοι του χωριού, παίζοντας τη δηλωτή τους ή άλλα παιχνίδια της τράπουλας, ανάλογα και με την εποχή.
Σήμερα το μοναδικό κατάστημα που λειτουργεί στο χωριό είναι το φαρμακείο. Και ευρίσκεται ακριβώς απέναντι από τον παλιό νερόμυλο.
Αξιόλογη επιχείρηση επίσης είναι το οινοποιείο του Θοδωρή Μόσχοβα. Το οποίο προσπαθεί πολύ σκληρά, με νέες και παλιές ποικιλίες αμπέλου σε ιδιόκτητα αμπέλια, να βάλει τον "Ηλείο" οίνο σε κάθε τραπέζι.
 Μια άλλη μεγάλη επιχείρηση που έχει εγκατασταθεί στο χωριό τα τελευταία χρόνια, στη θέση κάμπος  είναι το εργοστάσιο επεξεργασίας,εμπορίας αδρανών υλικών και παραγωγής ασφάλτου των αδελφών Νικολετόπουλων.

Ο Υποσταθμός
Το ιδιαίτερο που έχει το χωριό μας και το κάνει γνωστό σήμερα,στην ευρύτερη περιφέρεια της Δυτικής Ελλάδας, είναι ο υποσταθμός της ΔΕΗ που έχει εγκατασταθεί εδώ από το 1955, δίπλα ακριβώς στον παλιό νερόμυλο σε έκταση περίπου 5 στρεμμάτων.
Και ο κεντρικός κόμβος διασύνδεσης υψηλής τάσης ρεύματος. Πέντε γραμμές με ψηλούς μεταλλικούς πυλώνες συνδέονται εδώ. Μία του εργοστασίου του Λάδωνα, που πρώτη κατασκευάστηκε. Δύο των Λεχαινών που τροφοδοτεί και τα νησιά Κεφαλονιά και Ζάκυνθο. Η γραμμή της Κυπαρισσίας και δύο γραμμές προς Πάτρα.
 Ο υποσταθμός επίσης διαθέτει δύο μετασχηματιστές των 50 ΜW και τροφοδοτεί με γραμμές μεσαίας τάσης,όλη την Νότια Ηλεία από το ύψος των Χανακίων και κάτω. Στην αρχή της λειτουργίας του, λειτουργούσε  με μόνον έναν εργαζόμενο, που έμενε σε οικίσκο, που ευρίσκετο εντός του.  Αργότερα την δεκαετία του 70 οι εργαζόμενοι έγιναν 4 και σήμερα είναι περίπου 10.
 Δυστυχώς ή διοίκηση της ΔΕΗ δεν έχει προσφέρει το ελάχιστο στους κατοίκους του χωριού μας, σαν ανταποδοτικό όφελος, τόσα χρόνια, για τις βιομηχανικού τύπου εγκαταστάσεις της.Επίσης για την όχληση που έχει φέρει στις περιουσίες μας, με την παρουσία τόσων πολλών πυλώνων.

Επίλογος
Αυτό το κείμενο περιέχει εμπειρίες ζωής, προσωπική επιτόπια έρευνα και έρευνα σε γραπτά της κλασικής Ελλάδος. Μία προσπάθεια να συνδέσει το παρελθόν με το παρών. Προσκαλώ τους έχοντας αντιρρήσεις ή ακριβέστερες αποδεδειγμένα πληροφορίες να τις καταθέσουν προς συζήτηση.
Η αναφορά σε ονόματα έχει γίνει καλοπροαίρετα, χωρίς να έχει σκοπό να αδικήσει ή να θίξει κάποιον.
Επίσης θα παρακαλούσα τους έχοντας ενδιαφέροντες ιστορίες από την ζωή των συγχωριανών και του χωριού και θεωρούν πως κάπου πρέπει να γραφούν πριν ο χρόνος τις σβήσει, να τις προσθέσουν στην ενότητα που ακολουθεί “Μικρές ιστορίες”. Εδώ εγώ παρακάτω, καταθέτω την πρώτη.

 Μικρές ιστορίες από το χωριό.
Η Σχολική εκδρομή στην Κρεμαστή.

Μέχρι το 1967 που ο πληθυσμός του χωριού ήταν κύρια αγροτικός, δεν υπήρχαν αγροτικοί δρόμοι για να πηγαίνουν οι άνθρωποι στα κτηματά τους. Όλες οι μεταφορές και οι μετακινήσεις γίνονταν  με ζώα, άλογα μουλάρια και γαϊδούρια.
 Πάνω στα παλιά μονοπάτια που με δυσκολία προσπερνούσαν δύο ζώα, όταν συναντιότουσαν, μάλιστα όταν ήταν φορτωμένα. Εκείνη την εποχή, της «Χούντας» όπως την αποκάλεσαν αργότερα, ήλθε η πρώτη μπουλντόζα στο χωριό και μετέτρεψε  σχεδόν κάθε μονοπάτι σε αγροτικό δρόμο. Πράγμα πρωτόγνωρο για εμάς τους ξυπόλητους πιτσιρικάδες τότε, ένα τόσο βαρύ μηχάνημα,το πως έσπρωχνε τις πέτρες και τα χώματα.
Το πιο απίστευτο για τα σημερινά δεδομένα είναι, ότι ο δάσκαλος του Δημοτικού μας σχολείου μας πήγε για πρώτη φορά εκδρομή, ίσως εκτός χωριού, στο μοναστήρι της Παναγίας της Κρεμαστής. Μέχρι τότε όλες μας οι εκδρομές ήταν στη Βρύση.
Αφού πληρώσαμε όλοι από ένα πενηνταράκι(50 λεπτά της δραχμής) μας φόρτωσε, όλα τα παιδιά του σχολείου, στην καρότσα του τρακτέρ του Λάμπη του Μόσχοβα.
 Και μέσα από τους καινούργιους τότε αυτούς αγροτικούς δρόμους, (μέσω Κουκούγερα, Σπαρτουλιάς και Νερομάνας) φτάσαμε στον προορισμό μας.
 Το βράδυ όταν γυρίσαμε,μπορεί να πόναγε ολονών μας ο κόλος, από το κατακτύπημα καθισμένοι κατάχαμα, στην μεταλλική καρότσα του τρακτέρ και μπορεί να είμαστε όλοι κατάκοποι και κάτασπροι, από την σκόνη που φάγαμε σε όλο εκείνο το μακρινό ταξίδι, στο χωμάτινο και χαλικωτό δρόμο. Αλλά είχαμε μια από τις πιο αξέχαστες εμπειρίες της ζωής μας.
Απίστευτη ιστορία πιστεύω, για όλα τα σημερινά παιδιά, που ζούνε με όλους αυτούς τους νέους νόμους, υγιεινής και ασφάλειας.
Δημήτρης Κακούρης
fydoni@yahoo.gr

2 σχόλια:

Unknown είπε...

Πολύ ωραίο.

Διονύσης Γαγάτσος είπε...

Πολύ ωραίο.

Οι λετρίνες οι Λετρίνοι και ο Πύργος Ηλείας.

  Οι Λετρίνοι   Ήταν μια αρχαία πόλη κοντά στην πόλη του Πύργου. Είχε πάρει ακριβώς το όνομά της, από την ύπαρξη  εκεί πληθώρας δημοσίων απο...